ἀναφαίνεται

ἀναφαίνεται
ἀναφαίνω
cause to give light
pres ind mp 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • PANOMPHAEUS — Iovis epitheton a πᾶς omnis, et ὀμφὴ vox, sive quod ab omni lingua colatur, sive quod omnium voces audiat. Ovid. Met. l. 11. v. 198. Ara Panomphaeo vetus est saerata Tonanti. Hesych. Πανομφαίῳ, ᾧ πᾶσα φήμη, καὶ μαντεία, ἀναφαίνεται, τουτέςτι… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • βασιλική — Ονομασία δημόσιου ρωμαϊκού κτιρίου και ενός ορισμένου αρχιτεκτονικού τύπου της χριστιανικής εκκλησίας που κατά την επικρατέστερη άποψη προήλθε από ανάλογες ειδωλολατρικές κατασκευές. ρωμαϊκή β. Χαρακτηριστικό κτίριο των ρωμαϊκών πόλεων,… …   Dictionary of Greek

  • καθαρός — ή, ό, θηλ. και καθαρά (AM καθαρός, ά, όν, Α δωρ. τ. κοθαρός, αιολ. τ. κόθαρός) 1. απαλλαγμένος από βρομιές, καθαρισμένος, παστρικός (α. «καθαρά ρούχα» β. «καθαρά χροΐ εἴματ ἔχοντα», Ομ. Οδ.) 2. απαλλαγμένος από κάθε ξένη ουσία, αμιγής, γνήσιος,… …   Dictionary of Greek

  • οχύρωση — Έργο ή συγκρότημα έργων, κατασκευασμένο για την υπεράσπιση μιας θέσης ή μιας περιοχής. Η υπεράσπιση αυτή μπορεί να επιτευχθεί με κατάλληλη εκμετάλλευση της ίδιας της μορφής του εδάφους καθώς και με διάφορες βελτιώσεις. Έτσι είναι δυνατό να… …   Dictionary of Greek

  • Αλφειός — I Πεδινός οικισμός (υψόμ. 20 μ., 39 κάτ.) του νομού Ηλείας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Πύργου. II Ο μεγαλύτερος ποταμός της Πελοποννήσου, τόσο σε μήκος (112 χλμ.) όσο και σε όγκο νερού, με λεκάνη απορροής 3.600 τ. χλμ. Πηγάζει από τους… …   Dictionary of Greek

  • Βιετνάμ — Κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας.Συνορεύει Β με την Κίνα, Δ με την Καμπότζη και το Λάος, ενώ Α και Ν βρέχεται από τη Νότια Θάλασσα της Κίνας, και πιο συγκεκριμένα από τον Κόλπο του Τονκίν ΒΑ, τον Κόλπο της Ταϊλάνδης ΝΔ και στην υπόλοιπη… …   Dictionary of Greek

  • Βολιβία — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Συνορεύει στα Β και στα ΒΑ με τη Βραζιλία, στα Δ με το Περού και τη Χιλή και στα Ν με την Αργεντινή και την Παραγουάη.Η Β. είναι η μοναδική χώρα της Νότιας Αμερικής, μαζί με την Παραγουάη, που δεν έχει έξοδο προς τη… …   Dictionary of Greek

  • Εβραίοι — Αρχαίος σημιτικός λαός από τη Χαλδαία, που εγκαταστάθηκε κατά τα τέλη της 2ης χιλιετίας π.Χ. στη Γη της Χαναάν. Η ονομασία του οφείλεται, κατά την παράδοση, στον Έβερ, απόγονο του Σημ, γιου του Νώε. Οι Ε. ονομάζονταν επίσης και Ισραηλίτες, όνομα… …   Dictionary of Greek

  • Πολίτης, Φώτος — (Αθήνα 1890 – 1934). Έλληνας κριτικός και σκηνοθέτης του θεάτρου. Γιος του Νικολάου Πολίτη, δέχτηκε έως ένα σημείο την επίδρασή του στον ιδεολογικό και θεωρητικό προσανατολισμό του. Από νεαρή ηλικία τον τράβηξε το θέατρο. Όταν, μετά το… …   Dictionary of Greek

  • Ριγβέδα — Συλλογή θρησκευτικών, κυρίω,ς ύμνων, οι οποίοι εμφανίστηκαν στις άρειες φυλές την περίοδο της μετανάστευσής τους στην Ινδία. Οι ύμνοι αυτοί είναι γραμμένοι σε σανσκριτικές διαλέκτους. Η «Ρ.» είναι το πρώτο μνημείο της ινδικής λογοτεχνίας, το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”